- οινοπνευματοπωλείο
- τοκατάστημα πώλησης οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών ποτών.[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰνοπνευματοπώλης. Η λ., στον λόγιο τ. οἰνοπνευματοπωλεῖον, μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Εστία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.